ΤΟ ΕΙΠΑΜΕ ΚΑΙ ΤΟ ΞΑΝΑΛΕΜΕ:ΕΙΜΑΣΤΕ ΚΑΙ ΘΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΔΩ

Όσο με παγώνει η σιωπή του θωρακισμένου σφαγείου,
τόσο τους τρομάζει η οργή του παγιδευμένου θηρίου…

… Αυτοί είμαστε. Εμείς και οι χιλιάδες διαδηλωτές, αγωνιστές, καταληψίες, απεργοί, μαχητές των δρόμων. Είμαστε οι άστεγοι και οι ανέστιοι, οι πανκς και οι αλήτες, οι χορτοφάγοι και οι φεμινίστριες, οι ξενύχτηδες και οι εργάτες, οι πένητες και οι αδικημένοι, τα θύματα του ρατσισμού και οι εκδικητές του άδικου…
Από το πρωί της 20ης Δεκέμβρη 2012, από το πρωί που η Κατάληψη Villa Amalias βρέθηκε στο στόχαστρο της κρατικής καταστολής και της μηντιακής παραπληροφόρησης ο χρόνος που έχει μεσολαβήσει είναι λίγος, αλλά πυκνός. Είναι χρόνος κατά τη διάρκεια του οποίου οι μηχανισμοί έννομης άσκησης βίας έχουν καταφέρει με τα στρατεύματα τους και τις δικαστικές μηχανορραφίες τους, να κρατήσουν όμηρους 8 συντρόφους και συντρόφισσες μας, να μας αποσπάσουν τον χώρο μας, το Μεγάλο Σπίτι του Κινήματος, να μας κρατήσουν μακριά από τα 2 κτίρια μέσα στα οποία ζούμε ισότιμα, εκφραζόμαστε και δημιουργούμε αντί-εμπορευματικά, στήνουμε υλικοτεχνικές κινηματικές υποδομές και συνδιαμορφώνουμε αυτό-οργανωμένα την Αντίσταση και τον Αγώνα ενάντια στην Εξουσία και τον «πολιτισμό» της. Κατάφεραν να μας λαβώσουν αλλά όχι να μας καθηλώσουν. Μέσα σ’ αυτά τα λίγα μερόνυχτα οι έννοιες της Συντροφικότητας και της Αλληλεγγύης πήραν μπροστά στα μάτια μας σάρκα και οστά και εκφράστηκαν πλατιά, αυθόρμητα, συλλογικά σε κάθε γωνιά αυτής της χώρας, αλλά και έξω απ’ αυτήν. Αυτή η χειροπιαστή πραγματικότητα είναι που μας δίνει τη δύναμη για ν’ αντικρίζουμε την αναγκαιότητα της επανάκτησης ως υλική δυνατότητα της συλλογικής αποφασιστικότητας μας.
Ο πρωθυπουργός με ιδεασμούς εθνικόφρονα αυτοκράτορα Σαμαράς έδωσε μια κομβική εντολή καταστολής, ο ομοϊδεάτης σερίφης του Δένδιας μας βάφτισε «εστία ανομίας» και έστειλε τους έμμισθους πραίτορες του ν’ «αποκαταστήσουν τη νομιμότητα» ενώ οι «κεντροαριστεροί» συγκυβερνήτες τους μαζί με τον «δημοκράτη» δήμαρχο Καμίνη καμώνονται τους πόντιους πιλάτους. Οι αναβαθμισμένοι κοινοβουλευτικά νεοναζί και όλο το φασιστικό σκυλολόι χαίρεται σιωπηλά, βλέποντας τους ένστολους ψηφοφόρους τους να τους ανοίγουν δρόμο και να καταφέρνουν προσωρινά αυτό που δεν κατάφεραν τόσα χρόνια όλες οι προηγούμενες κρατικές και παρακρατικές επιθέσεις εναντίον μας. Megaλοι παπαγάλοι μας βαφτίζουν «βία Αμαλίας», κίτρινες φασιστοφυλλάδες (όπως η Espresso) μας βαφτίζουν «βίλα των μολότωφ» και οι Εισαγγελάτοι ονειρεύονται το «τέλος εποχής» μας. Όμως το ξέρουμε και εμείς το ξέρουν και αυτοί. Η αλήθεια στέκεται ωμή μπροστά στα μάτια όλων αυτών που θέλουν να δουν: μιλούν για ανομία αυτοί που ξεφτιλίζουν τους ίδιους τους νόμους τους, αυτοί που στους πλέον χουντικούς καιρούς της «καλύτερης δημοκρατίας που είχαμε ποτέ» κυβερνούν με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, αυτοί που για να επιβάλουν την ταξική αφαίμαξη και το κοινωνικό σφαγείο, την υποτίμηση της εργασίας και την μαζικοποίηση της ανεργίας, το μπιρ-παρά ξεπούλημα της εναπομείνασας δημόσιας περιουσίας στο ιδιωτικό κεφάλαιο καθιστούν σε κουρελόχαρτα το ίδιο το σύνταγμα τους και τις αποφάσεις της «δικαιοσύνης» τους. Μιλούν για κουκουλοφόρους οι απόγονοι των κατοχικών κουκουλοφόρων, των δοσίλογων και των μαυραγοριτών. Μιλούν για στρατηγεία της βίας αυτοί που ματώνουν και βομβαρδίζουν με χημικά κάθε απεργία και κάθε διαδήλωση, αυτοί που καταστέλλουν και στοχοποιούν κάθε εργατική κινητοποίηση, κάθε κατάληψη και αυτό-οργανωμένο χώρο, αυτοί που διώκουν και ποινικοποιούν κάθε εστία αντίστασης και κάθε φωνή ανυπακοής, αυτοί που φυλακίζουν φτωχοδιάβολους και αγωνιστές, αυτοί που στοιβάζουν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης μετανάστες και πρόσφυγες, αυτοί που περιφρουρούν και κανακεύουν τους θρασύδειλους φασίστες μαχαιροβγάλτες, αυτοί που επιβάλλουν με τη βία και το ψεύδος, με τον φόβο και το τρόμο τον κοινωνικό εκφασισμό, την φτωχοποίηση και το ρήμαγμα των ζωής μας. Μιλούν για δημοκρατία αυτοί που εγκαθιδρύουν μ’ ένα καθεστώς μόνιμης έκτακτης ανάγκης τον σύγχρονο ολοκληρωτισμό.
Το ξέρουμε και εμείς το ξέρουν και αυτοί Όπως και να βαφτίζουν τα άδεια μπουκάλια μπύρας, το πετρέλαιο της σόμπας και τα στοιχειώδη μέσα αυτοάμυνας και αυτοπροστασίας ενός ανοιχτού κοινωνικού-πολιτικού-πολιτιστικού χώρου που εδώ και δεκαετίες έχει γίνει στόχος πολλών φασιστικών-παρακρατικών δολοφονικών εμπρησμών, επιθέσεων, μαχαιρωμάτων που έχουν αφήσει πίσω τους τραυματισμούς και υλικές ζημιές. Άλλωστε όπως και στις τρείς προηγούμενες αστυνομικές εισβολές που πραγματοποιήθηκαν στη διάρκεια όλων αυτών των χρόνων, έτσι και σ’ αυτήν της 20ης Δεκέμβρη τα «ευρήματα» δεν μπόρεσαν να στηρίξουν ούτε στο ελάχιστο τις προσδοκίες των αστυνομικών επιτελείων περί «οπλοστασίου», «εργαστηρίου παραγωγής μολότοφ» και «κέντρου ναρκομανών». Ότι και αν προπαγανδίζουν, όσο και να γυροφέρνουν την πραγματικότητα, το κρέας ψάρι δεν γίνεται.
Η Κατάληψη Villa Amalias βρέθηκε στο επιχειρησιακό στόχαστρο της καταστολής γι’ αυτό που είναι και για αυτό που κάνει εδώ και 23 χρόνια: θέλουν να μας σβήσουν από τον χάρτη του κέντρου της αθηναϊκής μητρόπολης γιατί εδώ και πάνω από δύο δεκαετίες αντί να είμαστε δανειολήπτες και ιδιοκτήτες είμαστε καταληψίες, αντί να βολευόμαστε με την ιδιώτευση και την εξατομίκευση, επιλέγουμε το δρόμο της συλλογικής αντίστασης και του αδιαμεσολάβητου αγώνα, αντί να συμβιβαζόμαστε με την ανάθεση, την ιεραρχία και τον ετεροκαθορισμό, δρούμε με βάση την αυτενέργεια, την ισότητα, τον αυτό-καθορισμό και αποπειρόμαστε την αυτό-οργανωμένη κάλυψη των αναγκών και των επιθυμιών μας, αντί να ακολουθούμε το αστραφτερό τίποτα του (ξεφτι(λι)σμένου πλέον…) life style και του κέρδους, πραγματώνουμε και προτάσσουμε τον δικό μας αδέσποτο πολιτισμό της αντί-εμπορευματικής έκφρασης και δημιουργίας, αντί να παραμυθιαζόμαστε με την «ανάπλαση» και την «ανάπτυξη» του αθηναϊκού κέντρου, δηλαδή με την επέλαση του κατασκευαστικού κεφαλαίου πάνω στο σώμα αυτής της μητρόπολης, επιλέγουμε να επισκευάζουμε και να διατηρούμε στη ζωή με τα ίδια μας τα χέρια ένα χώρο που τον πονάμε πολύ περισσότερο απ’ όλους τους υπουργούς, απ’ όλους τους εισαγγελείς, απ’ όλους τους δημάρχους. Θέλουν να μας εξαφανίσουν από την πολυεθνική φτωχογειτονιά μας γιατί αντί να μοιρολατρούμε για τη χαμοζωή που μας προσφέρουν, διεκδικούμε στην καθημερινότητα μας τη Ζωή που μας κλέβουν, αντί να φτύνουμε ρατσιστικό δηλητήριο, στεκόμαστε αλληλέγγυοι με τους απόκληρους και τους κυνηγημένους αυτού του κόσμου, αντί να κανιβαλίζουμε τους ακόμα πιο κάτω και να συντασσόμαστε με τους φασίστες, χτίζουμε στις γειτονιές μας γέφυρες επαφής και συμβίωσης ντόπιων και μεταναστών, ανοίγουμε χαρακώματα ενάντια στα φασιστικά πογκρόμ, ορθώνουμε αναχώματα ενάντια στην επέκταση του ρατσιστικού απαρτχάιντ.
Είναι αλήθεια ότι ζούμε το τέλος μιας εποχής, αλλά όχι της δικής μας εποχής. Ο κόσμος της αντίστασης και του αγώνα, ο κόσμος των δεκάδων καταλήψεων και των άλλων αυτοδιαχειριζόμενων χώρων, ο κόσμος των αυτό-οργανωμένων υποδομών αλληλοβοήθειας και αλληλεγγύης, οι χιλιάδες του κόσμου του οποίου η Villa Amalias αποτελεί κομμάτι της ζωής του και σάρκα από τη σάρκα του είναι εικόνα από το μέλλον, έρχεται από πολύ μακριά και θα πάει πολύ μακρύτερα απ’ όσο θέλουν να πιστεύουν. Κυνηγάνε χίμαιρες θα εισπράξουν εφιάλτες.

ΚΑΝΕΝΑΣ ΔΕ ΘΑ ΜΑΣ ΣΤΕΡΗΣΕΙ ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΜΑΣ ΑΝΗΚΟΥΝ
ΚΑΤΑΛΗΨΗ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ VILLA AMALIAS
Κατάληψη Villa Amalias
24.12.2012

Το κτήνος είναι πρό των πυλών

Άλλη μια επέτειος που θα γιορταστεί με τις δέουσες τιμές, άλλο ένα θεαματικό σκηνικό θα στηθεί
εντέχνως, καλώντας άπαντες τους ‘εθνικά υπερήφανους’ έλληνες να τιμήσουν με την παρουσία
τους τις παρελάσεις που θα πραγματοποιηθούν ανά την επικράτεια.
Παρελάσεις απότοκα του φασιστικού καθεστώτος της 4ης Αυγούστου.
Στρατοί στους δρόμους, μαθητικές παρελάσεις με βήμα στρατιωτικό, εθνική ομοψυχία, το
καλύτερο ιδεολογικό ντοπάρισμα της κυριαρχίας επί της κοινωνίας.
Ιδιαίτερα στην σημερινή συγκυρία της άκρατης ισοπέδωσης κάθε έννοιας ελευθερίας, το πρόταγμα
είναι η εθνική ομοψυχία, όλοι ενωμένοι, ‘ωραίοι σαν έλληνες’ ενάντια στους κακούς ευρωπαίους,
σε αυτούς που επιβουλεύονται την τύχη της χώρας.
Από το όχι του Μεταξά στους κακούς γερμανούς, στα όχι των κάθε λογής αντιμνημονιακών στην
Μέρκελ, το ίδιο επαναλαμβανόμενο θέατρο του παραλόγου.
Ο φασισμός είναι εδώ, όπως ήτανε και την δεκαετία του 40’, χτυπώντας την πόρτα μιας κοινωνίας
ισοπεδωμένης από την χρηματοπιστωτική κρίση, ψάχνοντας υποστηρικτές και ευήκοα ώτα με
σκοπό να διαχύσουν το δηλητήριο τους, να οριοθετήσουν γραμμές μέσα στην κοινωνία, να
αβαντάρουν σαν υποστηρικτές το ίδιο σύστημα που οδήγησε την κοινωνία στην εξαθλίωση και
στην υποταγή.
Γνήσιοι συνεχιστές των οπαδών του Μεταξά επιχειρούν την κάθαρση και την υποταγή κάθε τι μη
ελληνικού, στηρίζοντας πλέον και επισήμως την επιβολή της κυριαρχίας επί του συνόλου, έχοντας
σαν στόχο την δημιουργία κλίματος φόβου με σκοπό την παραίτηση από τους κοινωνικούς αγώνες.
Ο φασισμός είναι εδώ, στην καθημερινότητα μας, στις επιχειρήσεις σκούπας των αστυνομικών
απέναντι στους μετανάστες, στα τάγματα εφόδου ντόπιων νεοναζί, στην καταστολή κάθε
αντίστασης με τον πιο ωμό τρόπο.
Είναι ωσεί παρών στις εργοδοτικές αυθαιρεσίες, στο τσάκισμα κάθε έννοιας ελευθερίας, στην
αφαίμαξη μισθών και συντάξεων, στην υποβάθμιση της έννοιας της ίδιας μας της ζωής.
Όσο μένουμε απαθείς και φοβισμένοι, όσο κλεινόμαστε στο μοντέλο ζωής που σχεδίασαν για μας,
όσο κοιτάμε την προσωπική μας ευμάρεια εις βάρος του διπλανού μας, το κτήνος του φασισμού θα
μεγαλώνει τρεφόμενο από τον φόβο και την ανασφάλεια μας.

απο την εισαγωγή αντιφασιστικού κειμένου που μοιράστηκε στον Πειραιά σε 500 αντίτυπα

κατεβάστε το pdf

Το κτήνος είναι στην πόρτα μας….

Όσο τα τάγματα εφόδου πατάνε πόδι στις γειτονιές μας, δηλητηριάζοντας με τις ναζιστικές απόψεις τους την κοινωνία, θα πυκνώνουν οι φωνές αντίστασης, θα στήνονται αντιφασιστικά αναχώματα, σε κάθε πόλη, σε κάθε γειτονιά, παντού.

Αντιφασιστική αφίσα που τυπώθηκε σε 500 κομμάτια και κολλιέται στις γειτονιές του Πειραιά.

ταυτόχρονα με την αφισοκόλληση μοιράζεται και το παρακάτω κείμενο:
κειμενο anttifa

Προσοχή μαυραγορίτες..

Την Παρασκευή 25 Μάιου πραγματοποιήθηκε μοίρασμα κειμένου στο κέντρο του Πειραιά, το οποίο καταδείκνυε τι είναι και τι δεν είναι τα μαγαζιά “Αγοράζω – Χρυσό”. Σκοπός του κειμένου ήταν να ενημερωθούν οι Πειραιώτες και μη, για το νέο φαινόμενο μαυραγοριτισμού, για αυτή την κοινωνική βδέλλα. Ο κόσμος ήταν αρκετά δεκτικός και έδειξε ενδιαφέρον όταν αντιλαμβανόταν ότι το κείμενο ήταν εναντίον των μαυραγοριτών και ότι δεν ήταν άλλο ένα κακόγουστο φεϊγβολάν. Τέλος αρκετοί ήταν αυτοί που έδειξαν ενδιαφερον για την ομάδα μας που δραστηριοποιείται στο Πειραιά.

ακολουθεί το κείμενο:

Κοιτώντας από το παραθύρι του χρόνου μπορείς να δεις το τότε, σπάζοντας τον τοίχο του τώρα μπορείς να δεις το μετά.
Για την περίοδο 40-44 λίγο πολύ ξέρουμε, οι παλιότεροι γιατί τα χρόνια εκείνα τα έζησαν στο πετσί τους, οι πιο νέοι από τον τρόπο που τα μεταφέρει η ιστορία.
Μεγάλες μάχες, νίκες και ήττες, παράδοση στις δυνάμεις του άξονα, πείνα και θανατικό. Αυτό που έντεχνα όμως αποκρύπτεται, είναι η προσπάθεια από μεριάς κράτους να διαγράψει από την συλλογική μνήμη το γεγονός ότι εκτός από τους Ναζί και την κυβέρνηση των ανδρείκελων που σχηματίστηκε, υπήρξε και άλλη μια κατηγορία ντόπιων καιροσκόπων που προσπάθησαν να αδράξουν την ευκαιρία και να μεγαλώσουν τις περιουσίες τους.
Στην Αθήνα το χειμώνα του 41- 42 ξεσπάει ο μεγάλος λιμός.
Οι νεκροί στους δρόμους γίνονται ένα συνηθισμένο φαινόμενο, στιγμές απόγνωσης για ένα πιάτο φαγητό από τα αποφάγια των εχόντων στις γραμμές για το συσσίτιο και κάπου εκεί στο σημείο μηδέν της επιβίωσης κάνει την εμφάνισή του το πιο χυδαίο φαινόμενο … Μαυραγορίτες.
Κάποια τομάρια κυρίως της αστικής τάξης με χρήματα ή εμπορεύματα στην κατοχή τους, παρουσιάστηκαν για να αρπάξουν όσα περισσότερα μπορούσαν για να καρπωθούν χωρίς να δώσουν τίποτα: κόπους, μνήμες, ζωές. Όπως τότε έτσι και τώρα, το κράτος αποφάσισε να δώσει ξεκάθαρα χαρακτηριστικά σε έναν πόλεμο που μαίνεται εδώ και αιώνες, σε έναν πόλεμο που ποτέ δε σταμάτησε και θα συνεχίζεται για όσο υπάρχουν αφεντικά και εργάτες, πλούσιοι και φτωχοί. Άλλωστε και όταν δεν υπήρχε κρίση οι φτωχοί ήταν πάλι φτωχοί και οι πλούσιοι ήταν πάλι πλούσιοι, το σχέδιο επαναλαμβάνεται συχνά πυκνά στο ρου της ιστορίας με μικρές βελτιώσεις από τη μεριά των σχεδιαστών του, έτσι και τώρα έπρεπε να δημιουργηθούν ανάγκες που δεν υπήρχαν, να διαμορφώσουν με τέτοιο τρόπο την κοινωνία ώστε όταν θα κάμπτονταν όλες οι αντιστάσεις, όταν θα μας αλλοτρίωναν και θα ξεχνούσαμε την ταξική μας συνείδηση μας με τα τεχνάσματα τους, θα ήταν πιο εύκολο να κάνουν την ολομέτωπη επίθεσή τους, σε εμάς και τα όνειρά μας.
Στο τώρα και πάλι με τον πόλεμο πλέον να έχει ονομαστεί κρίση αλλά να είναι ίσως και περισσότερο από ποτέ αποτελεσματικός για κράτος και αφεντικά, χτυπημένα όλα τα χαμηλά οικονομικά στρώματα, αποτελούν τον τέλειο στόχο, το πιο εύκολο θήραμα για να βαρύνουν περισσότερο οι τσέπες κάποιων. Οι περισσότεροι άνθρωποι ξόδεψαν εκατοντάδες ώρες από τη ζωή τους δεχόμενοι καθημερινά την πίεση αφεντικών και συστήματος, χάνοντας μέρος της ζωής τους και της ανθρώπινης ίσως υπόστασης τους για να μπορέσουν να καλυτερεύσουν τις συνθήκες διαβίωσης τους σύμφωνα με τις επιταγές που επιβάλει ο δυτικός τρόπος ζωής. Από το υστέρημα τους έκαναν αγορές όποτε ήταν εφικτό σε υλικά κάποιας χρηματικής αξίας (επηρεασμένοι πάντα από τον “σύγχρονο” τρόπο ζωής) αυτά τα ασήμαντα λοιπόν αγαθά που όμως με κόπο αποκτήθηκαν είναι το μόνο που απέμεινε μετά την επίθεση σε μισθούς και συντάξεις.
Στις γειτονιές μας ανάμεσα από τα σπίτια μας ξεπροβάλλουν μίζερα μαγαζιά με κακόγουστες βιτρίνες που δεν έχουν εμπόρευμα να δείξουν… μαγαζιά που αγοράζουν. Αγοράζουν για ψίχουλα τους κόπους μιας ολόκληρης ζωής, ότι περισσότερο έχουμε που αξίζει τόσο ώστε να γίνεται η ίδια μας η ζωή εμπόρευμα.
Αντικείμενα, χρηματικής και συναισθηματικής αξίας πωλούνται καταστρέφοντας μνήμες μέχρι αξιοπρέπειες, γιατί την αξιοπρέπεια βάλουν όταν σου κλέβουν κάτι που στα μάτια σου είναι πολύτιμο και μάλιστα αναγκάζοντας σε να το πας εσύ στη δική τους πόρτα πουλώντας σου και υποχρέωση. Ξέρετε δεν είναι μόνο ο χρυσός σαν χρυσός και η όποια αξία μπορεί να έχει σαν ένα κομμάτι μέταλλο, όλα αυτά είναι μια συνέχεια ένα κομμάτι ενός πάζλ, δε θα πρέπει να ξεχνάμε τις κλοπές των ακινήτων από τις τράπεζες, τη σφαγή στα μεροκάματα και στις συντάξεις και τώρα αυτό… το ίσως λίγο σε σχέση με όλα τα άλλα που όμως ο τρόπος και ο χαρακτήρας του το κάνει τόσο «βρώμικο»

Οι σύγχρονοι αυτοί μαυραγορίτες είναι πλέον οργανικά κομμάτια του σύγχρονου κράτους, όλες τους οι συναλλαγές γίνονται μέσα από τα μαγαζιά του κράτους, τις τράπεζες, έχουν άδειες και συχνά φρούρηση. Όποιος από δαύτους δε συμμορφώνεται με τις επιταγές της εξουσίας αλλά απλά κοιτάζει να κονομίσει του το κλείνουν το μαγαζάκι του πατώντας στο ότι ένα μόνο μέρος αυτών των «μαγαζιών» έχουν άδεια λειτουργίας. Τα περισσότερα όμως από αυτά που βλέπουμε είναι κομμάτι του συστήματος.
Είναι ένα κομμάτι λοιπόν αυτού του συστήματος, ένα όπλο που χρησιμοποιείται σε αυτόν τον πόλεμο για να μας εξαθλιώσει πιο γρήγορα. Αυτοί που έχουν επιλέξει να λειτουργούν σαν εργαλεία του συστήματος είτε έχουν επίγνωση (που οι περισσότεροι έχουν) είτε είναι τόσο πωρωμένοι και το μόνο που σκέφτονται είναι η τσέπη τους (τέτοια άτομα δεν έχουν καμιά θέση ανάμεσά μας), αυτοί λοιπόν που έχουν όταν οι γύρω τους δεν έχουν, ξέρουν καλά αυτό που κάνουν… ξέρουν καλά τι προκαλούν.
Μαυραγορίτες σας ξέρουμε καλά, δεν έχετε καμία θέση στις κοινωνίες μας, δε σας χωράνε οι γειτονιές μας.
Η οργή η δική μας, η οργή του κόσμου, θα πέσει βαριά πάνω σας.

Και άν τις αλάνες μας στερούν θα έχουμε πάντοτε τον δρόμο

Στον καπιταλισμό όλα γίνονται με γνώμονα το κέρδος. Όταν τα αρπακτικά επιτίθενται πρώτο στόχο έχουν τον πιο αδύναμο.
Έτσι και τα λαμόγια του συστήματος, πάντα είχαν σαν πρώτο στόχο στις επιθέσεις τους αυτούς που δε μπορούσαν να αντιδράσουν, τη γη και τα ζώα.
Ο δήμαρχος Πειραιά Μιχαλολιάκος, χρόνια χωμένος στα γνωστά πολιτικά παιχνίδια αποφάσισε μαζί με την παράταξη του (Νέα Δημοκρατία) να βγάλει στο σφυρί τις παραλίες της πόλης.
Ναι μιλάμε για αυτές τις δύο παραλίες που έχουν μείνει η μία της Φρεαττύδας και η άλλη στην Καστέλα και που μάλιστα εδώ και χρόνια έχουν υποστεί σημαντικές και μη αναστρέψιμες παρεμβάσεις (με κτίσματα, χώρους στάθμευσης, γηπεδάκια και πάει λέγοντας).
Πέρασαν στα γρήγορα και σχεδόν στα κρυφά τις διαδικασίες και αποφάσισαν περαιτέρω τσιμεντοποίηση, ομπρέλες, parking, με εισιτήριο για την είσοδο στην παραλία, μέχρι και την δέσμευση του πρώτου ορόφου του δημοτικού κολυμβητηρίου για χρήση εστιατορίου (θέλουν να τρώνε και να παίρνουν μάτι τις κολυμβήτριες και τους κολυμβητές).
Κάποιοι από τους κατοίκους εναντιωθήκαμε σε αυτά τους τα σχέδια και μπήκαμε στο δημαρχείο (παρότι υπήρχαν τσιράκια που ήθελαν να τους εμποδίσουν) και προσπαθήσαμε να σταματήσουμε τη διαδικασία πώλησης, ο Μιχαλολιάκος μάλιστα μας αποκάλεσε φασίστες επειδή δε θέλουμε να αφήσουμε τη γειτονιά τους να γίνει κτήμα κάποιου αρπακτικού.
Αυτή η υπόθεση όμως δε θα τελειώσει εδώ, δε θα επιτρέψουμε σε κανέναν να ιδιωτικοποιήσει τις παραλίες, θα μας βρουν απέναντί τους σε κάθε σχέδιο τους για εκμετάλλευση κάθε ελεύθερου χώρου.
Μεγαλώσαμε μέσα σε σχολεία φυλακές, μέσα σε σπίτια κελιά, δεχθήκαμε την βία από φορείς και εξουσία. Οι ελεύθεροι χώροι ήταν οι μόνοι που μπορούσαμε να βρούμε την δική μας ελευθερία. Καταπατώντας ένα δάσος, θάβοντας με μπάζα και τσιμέντο μια παραλία ακόμα και γεμίζοντας τραπεζοκαθίσματα ένα δρομάκι, καταστρέφετε τα μέρη που παίξαμε, διασκεδάσαμε, αγαπήσαμε, στερείτε τα μέρη που θα μπορούσαν να παίξουν, διασκεδάσουν, αγαπήσουν τα παιδιά μας.